portraita

Προκαταλήψεις και δεισιδαιμονίες

 των Σαρακατσαναίων

 

του Γιάννη Παρδάλη

Η καθημερινή ζωή των νομάδων Σαρακατσάνων ήταν συνυφασμένη με προκαταλήψεις, δεισιδαιμονίες και δοξασίες που είχαν τη ρίζα τους στο Θείο, το μυστηριώδες και τον φόβο για το άγνωστο και που καλλιεργούνταν με την άμεση επαφή που είχαν με τη φύση. Σ΄αυτό το πλαίσιο ο αγαπητός φίλος Γιάννης Παρδάλης από τον Σταυρό Θεσσαλονίκης έστειλε τις χειρόγραφες σχετικές καταγραφές που έκανε, μέσα από τα ακούσματα που είχε από την καθημερινότητα της οικογενείας του. Παράλληλα ο Γιάννης κατέγραψε την ιστορία της οικογενείας του καθώς και πολλά παλιακά μολοήματα του συγγενικού του χώρου, τα οποία θα δημοσιευθούν αργότερα στην ιστοσελίδα. Όταν το μεράκι περισσεύει η προσπάθεια γίνεται ωφέλιμη προσφορά!

.

  ● ● 

.

Τα παλιά χρόνια αρκετοί ήταν αυτοί που ήξεραν να διαβάζουν την πλάτη από το αρνί και να δώσουν μία εξήγηση για καλό η για κακό, για μία γέννηση η ένα θάνατο, για κακό καιρό και μεγάλη ζημιά στο κοπάδι, για μεγάλη χαρά από ένα γάμο κλπ. ΄Έτσι με όλα αυτά, όταν είχαν μουσαφίρη στο καλύβι η στο σπίτι και τον φίλευαν δεν τον σέρβιραν ποτέ την πλάτη, γιατί δεν ξέρανε αν αυτός ήξερε να διαβάζει την πλάτη. …΄΄ποτέ σε μουσαφίρη που φιλεύεις στο σπίτι, να μην τον δώκ΄ς την πλάτη απ΄ τ΄ αρνί !... έλεγαν.

-----------------------------------

Τον χειμώνα που ήταν καιρός που γεννούσαν τα πρόβατα, οι τσιομπαναραίοι δεν λούζονταν, …΄΄για να μην γυρίσουν οι πρατίνες πίσω τ΄ αρνιά ! ΄΄ …

-----------------------------------

Όταν έσφαζαν τ΄ αρνιά, έπιαναν το στομάχι από το αρνί και βλέπανε αν έχει μαγιά και λέγανε αν ήταν καλοζωισμένα η κακοταϊσμένα τα ζώα. Από αυτή τη μαγιά με επεξεργασία που της κάνανε, την κρατούσαν και κάνανε το τυρί. …΄΄φέτου τ΄αρνιά είχαν μαγιά ! ΄΄. Η γιαγια μου επίσης μoυ έλεγε : Άμα δεν έχ΄ς σιουρμαγιά πιδάκι μ΄, δεν καμ΄ς χαϊρι και καζαντιά !!

-----------------------------------

Όταν η γυναίκα γεννούσε και ήταν λεχώνα, σαράντα μέρες επρεπε να κάτσει μεσα στο σπίτι. Τη λεχώνα δεν την έκανες επίσκεψη όταν βράδιαζε, … μόνο μέρα !

-----------------------------------

Το Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων, το βράδυ δεν πετούσαν νερό έξω στο δρόμο και δεν τίναζαν το τραπεζομάντηλο για να μην τα πατήσουν τα παγανα ! Αυτό δεν θα ήταν καλό.

-----------------------------------

Το πρωι των Χριστουγέννων, μετα την Εκκλησία,  κόβαμε πουρνάρια και πηγαίναμε στα συγγενικα σπίτια, φιλούσαμε το χέρι αν υπήρχε παππούς η γιαγια, γονατίζαμε μπροστα στο τζάκι η στη σόμπα, ρίχναμε τα πουρναράκια στη φωτιά, αυτά ΄΄πιρτσίναγαν΄΄, τριζουβουλούσαν κι εμεις λέγαμε ΄΄αρνιά, κατσίκια, ν΄φάδες, γαμπροι, υγεία κι απ΄ ούλα τα καλα, κι τ΄ χρον΄ πλιότερα !! ΄΄

-----------------------------------

Κάθε Χριστούγεννα σφάζαμε το γουρούνι. Από τοτε που θυμάμαι τον εαυτό μου είχαμε πάντα ένα γουρούνι που το ταϊζαμε για να το σφάξουμε τα Χριστούγεννα. Όταν γινόταν το σφάξιμο, στο στόμα του γουρουνιού βάζαμε ένα κρεμμύδι και μετά η γιαγια μου και έπειτα η μάνα μου το θυμιατίζανε για να το φάμε ευλογημένο.

-----------------------------------

Κάθε Κυριακή της Αποκριάς, συγχωριούμασταν, λέγαμε …αιντε σχωρεμένα, νερό κι αλάτι ό,τι είπαμαν !! … Επειδη στο σπίτι είχαμε τον παππού και τη γιαγιά, ερχόταν όλοι οι συγγενείς κσι συγχωριούμασταν, τρώγαμε χαλβά, ελιές και ψωμι κι ετσι αποκρέβαμε μέχρι το Πάσχα, τη Λαμπρή.

-----------------------------------

Το Πάσχα τη Μεγάλη Πέμπτη έβαφαν τ΄ αυγα. Το πρώτο το βάζαμε στο εικονοστάσι και το παλιό το αυγό το θάβαμε στον μπαξέ. Με το χρώμα το κόκκινο από το αυγό, βάφαμε από λιγο τα πρόβατα στην πλάτη για καλό και βάζαμε κόκκινη κορδέλα στο φράχτη απ΄ το μαντρί.

-----------------------------------

Παλιά οι γάμοι γίνονταν μόνο με προξενιό που κανόνιζαν οι πατεράδες των παιδιών που θα παντρεύονταν. Κανένας γάμος με προξενιό δεν διαλύθηκε. Τα ονόματα από τα παιδιά κάποιες φορές, τα κανόνιζε μόνος του ο νονός, η πρώτα θα λέγανε ονόματα απ΄ το σόι του γαμπρού.

-----------------------------------

Το νερό απ΄ το ξεμάτιασμα που γινόταν στο πιάτο με λάδι η με τις πέτρες, τα νεραιδοσφόνδυλα, δεν το πετούσαν έξω. Το πετούσαν η στη γλάστρα η σε μια γωνιά, για να μην το μαγαρίσουν τα σκυλιά !

-----------------------------------

Όταν κάποιος ήταν ματιασμένος, έπρεπε να πάει σε μια βρύση και να φέρει νερό, αλλά να μη μιλάει !! Να φέρει το αμίλητο νερό. Έτσι η ευχή έπιανε καλύτερα.

-----------------------------------

Όταν ο καιρός ήταν άσχημος και έβρεχε η μπουμπούνιζε, με μία πετσέτα η ένα μεσάλι σκέπαζαν τους καθρέφτες και τις εικόνες. Μετά που πήραμε και τηλεόραση, τη σκέπαζαν κι αυτή.

-----------------------------------

Όταν είμασταν μικροί, η μάνα μου και η γιαγια μας μαλώνανε όταν πιάναμε την κάσα από την πόρτα, σαν να είμασταν σταυρωμένοι. …΄΄μην πιάν΄τι τ΄ν πόρτα με τα δυό τα χέρια !! ΄΄…

-----------------------------------

Όταν πέθαινε κάποιος η κάποια στο σπίτι, μαζεύονταν πολύς κόσμος και κλαίγαν και μοιρολογούσαν. Όλη νύχτα μοιρολόγια. Οι συγγενεις οι άντρες φορούσανε στο μπράτσο μαύρο μαντήλι που δήλωνε το πένθος και οι γυναίκες ντυμένες στα μαύρα και με μαύρα τσεμπέρια για σαράντα ημέρες. Επίσης οι άντρες δεν ξυρίζονταν για σαράντα μέρες και νηστεύανε.

-----------------------------------

Τις παλιότερες εποχες όταν το ψωμι ήταν λιγοστό και τα παιδια ζητούσαν να φάνε, οι μεγάλοι λέγαν και τα μάλωναν … ΄΄όταν ου ήλιους πέφτει (βασιλεύει) να μη χαλεύιτι ψουμί γιατι θα πιθάνει η μάνα σας΄΄…

-----------------------------------

Όταν κοιμόμαστε βλέπουμε συνήθως όνειρα και πολλά είναι σα να είναι ζωντανά και θέλουμε να δώσουμε μια εξήγηση. Ετσι παλιά τα ξηγούσαν τα όνειρα, τα ξήγαγαν. … ΄΄ξήγα το μάνα μ΄ τ΄ όνειρο΄΄… Η μάνα μου έλεγε, …΄΄την Άνοιξη όταν αρχίζουν να μπουμπουκιάζουν στα δέντρα τα κλαριά, δεν πιάνονται τα όνειρα΄΄. Επίσης η γιαγια μου έλεγε ότι της Πέμπτης το όνειρο δεν πιάνεται.

 


ΤΟ ΞΕΜΑΤΙΑΣΜΑ

Από τότε που γεννήθηκα, όταν μας πονούσε το κεφάλι ολονών μέσα στο σπίτι, λέγανε όλοι …΄΄από ματ΄ είναι΄΄ …Η μάνα μου και η γιαγια μου μας ξεμάτιαζαν για να περάσει ο πόνος απ΄ το κεφάλι και να φύγει το κακό το μάτι. Όταν συνέχιζε ο πόνος, έλεγε η γιαγιά …σύρε Γιάννη στον μπάρμπα σ΄ τον Κώτσο να σε ξεματιάσει, γιατι αυτος έχει ΄΄αλαφρυ χέρι΄΄. Την προσευχη που έλεγε, τα λόγια για το ξεμάτιασμα, την είπε και στον μικρό μου αδελφό Βαγγέλη  που ακόμα και τώρα τον φωνάζω για να μας σταυρώσει. Ο Βαγγέλης ξέρει τα λόγια και πιάνει το δικό του το σταύρωμα.

Η θειά μ΄ η Παναγιώτα μου έγραψε τα λόγια για το ξεμάτιασμα, αλλά εγω δεν ξεματιάζω, ενώ η γυναίκα μου η Γεωργία όταν το κάνει πιάνει τις περισσότερες φορές όταν μας ξεματιάζει. Στο ξεμάτιασμα γίνεται μία ιεροτελεστία. Πρώτα έκαναν το σταυρό τους και έλεγαν μια ευχή, την προσευχή, τα λόγια. Μετα σε ένα πιάτο που είχαν βάλει νερο, ρίχναν με το δάκτυλο σταγόνες λάδι. Όταν το λάδι γινόταν φουσκάλα και δεν έσκαγε δεν ήσουν από μάτι, αλλα όταν έσκαγε ήσουν κι έτσι όπως έσκαγε το λάδι έσκαγε και το κακό το μάτι.

Μια δεύτερη παραλλαγή ήταν σε ένα ποτήρι νερο βάζανε κάτι πετρούλες που ήταν δεμένες με σκοινί και είχαν μια τρύπα στη μέση και τις βουτούσαν στο νερο λέγοντας από μέσα τους την προσευχή, αφού έκαναν πρώτα το σταυρό τους και μετα με τις πέτρες σταύρωναν και το ποτήρι. Όταν οι πέτρες έμπαιναν μέσα στο ποτήρι έκαναν φουσκάλες και μπορούσαν να εξηγήσουν αν είσαι ματιασμένος η όχι. Αυτές οι πέτρες ήταν ΄΄τα σφοντύλια από τις Νεράιδες΄΄. Τις πέτρες αυτές τις βρίσκαν στις άκρες από τα ρέματα και λέγαν ότι ενώ χόρευαν οι Νεράιδες τις πετούσαν στο νερο. Αυτές που έχω εγώ είναι του παππού μου του Βαγγέλη που έλεγε ότι είδε τις Νεράιδες να χορεύουν και να πετουν τα σφοντύλια τους.


Οι πέτρες του παππού του Γιάννη Παρδάλη 


Η τρίτη εκδοχή ήταν απλή, να σε σταυρώσουν με τα δάκτυλα και να πουν από μέσα τα λόγια.

Το νερό από το ξεμάτιασμα το λέγαμε και ΄΄αμίλητο νερο΄΄. Κάποιες φορές πήγαινα στη βρύση έξω από το σπίτι και χωρίς να πω τίποτα πήγαινα με μια κανάτα, τη γέμιζα και την πήγαινα μέσα για να το ρίξουν στο πιάτο η στο ποτήρι. Μετα την ιεροτελεστία το νερό αυτό δεν το πετούσαν στο δρόμο, ούτε στο νεροχύτη, αλλα στις γλάστρες με τα λουλούδια.

Τα λόγια για το ξεμάτιασμα είναι ιερά και αν κάποιος τα ξέρει και θέλει να τα πει σε κάποιον άλλον, δεν θα μπορούσε για σαράντα μέρες να ξεματιάσει. Ο παππάς του χωριού είπε στη μάνα μου οτι αυτά είναι μαγικά και δεισιδαιμονίες και δεν θα έπρεπε να σταυρώνει με λάδι και με πέτρες, αλλά σε ένα βαμβάκι με λάδι από το καντηλάκι να κάνει το σταυρό στο μέτωπο αυτού που πονάει και να λέει το Πάτερ ημών.

 


ΟΙ ΝΕΡΑΪΔΕΣ

Ο παππούς μου ο Βαγγέλης Τυχάλας σχεδόν όλη τη ζωή του την πέρασε με τα πρόβατα στα βουνά, στα ρουμάνια και στα ρέματα. Ήταν πολύ καλός άνθρωπος, γεμάτος καλωσύνη και συμπόνια. Έλεγε στα θειά μου Παναγιώτα ότι μια φορά που πήγε τα πρόβατα σε ένα ρέμα να πιουν νερό, άκουσε μουσικές και δεν ήξερε από πού έρχονταν. Όσο πλησίαζε στο νερό η μουσική δυνάμωνε και τότε μπροστά του είδε να χορεύουν Νεράιδες με άσπρα φορέματα. Στη θεία την Παναγιώτα μέχρι και τα βαθειά του γεράματα έλεγε …΄΄αλήθεια σου λέω, τις είδα΄΄…

Ο θείος μου ο Μήτσος μου είπε για κάποιον ότι είχε δει κι αυτός Νεράιδες να χορεύουν. Τις πλησίασε και από μία Νεράιδα της πήρε το μαντήλι. Εκείνη τον ακολούθησε και του έλεγε να της δώσει το μαντήλι και αυτός δεν το έδινε. Μετα την παντρεύτηκε και κάναν και παιδιά μαζι. Το μαντήλι αυτος εν τω μεταξύ το ειχε κρυμμένο.  Μια μέρα η γυναίκα το βρήκε το μαντήλι, το πήρε και εξαφανίστηκε και δεν την είδε κανένας πιά !